Όταν δυο μαμάδες αποφάσισαν να βγουν για ποτό…


 

Με την κολλητή μου τη Μαριάνθη γεννήσαμε τις κόρες μας με διαφορά 1 μήνα.  Πέρσι το καλοκαίρι.

 

Με την κολλητή μου τη Μαριάνθη μιλάμε κάθε μέρα στο τηλέφωνο, όμως από τότε, από εκείνο το καλοκαίρι πέρσι, δεν έχουμε καταφέρει να συναντηθούμε. Οι δυο μας.

 

Μήπως συμβαίνει το ίδιο και σε εσάς και τις κολλητές σας;

 

Θα σας πω μια ιστορία… 

Εντάξει τους πρώτους 2-3 μήνες δεν το συζητούσαμε καν ως ενδεχόμενο. Μιλούσαμε για πάνες, μπιμπερό, μπάνια, γραμμάρια που πήραν, γραμμάρια που έχασαν, εμβόλια και αυπνία. Ποτέ για μια ενδεχόμενη συνάντησή μας.

 

 

Προσπάθεια 1η:

 

Εκεί κοντά στα Χριστούγεννα δειλά δειλά σκεφτήκαμε “ρε συ λες να βρεθούμε καμιά Κυριακή να παίξουν τα μωρά;”… Τη μια Κυριακή ήταν άρρωστη η δικιά μου, την άλλη η δικιά της, μετά κρεβατωνόμασταν εμείς.. Διακριτικά, αφήσαμε στην άκρη το σενάριο μιας συνάντησης και συνεχίσαμε τις καθημερινές τηλεφωνικές μας συνομιλίες.

 

Προσπάθεια 2η:

 

“Λες να πάμε καμιά μέρα για ψώνια να ξεσκάσουμε λίγο;” πρότεινε η μία, εκεί κοντά στο Πάσχα, “τέλεια ιδέα” απάντησε η άλλη, αλλά γνωρίζοντας το πρόγραμμά μας, καμία από τις δύο δεν έθεσε κάποιο πιο χειροποιαστό χρονικό πλαίσιο. Δεν υπήρξε ποτέ το “Πάμε για ψώνια την Πέμπτη το απόγευμα”. Η προσπάθεια “ψώνια” έπεσε στο κενό. Εμείς φυσικά, συνεχίσαμε τα καθημερινά μας τηλεφωνήματα και την ανταλλαγή φωτογραφιών των μωρών.

 

Προσπάθεια 3η:

 

“Ρε, λες ένα απόγευμα να τα αφήσουμε στον Τάσο και τον Σταύρο και να πάμε για έναν καφέ, να σε δω λίγο;” είπε η μία, αφού επιστρέψαμε από τις καλοκαιρινές διακοπές, “τέλεια ιδέα” απάντησε η άλλη. “Μιλάμε από Δευτέρα να δω λίγο το πρόγραμμα στο γραφείο” είπα εγώ και η Μαριάνθη δεν χρειάστηκε κάτι άλλο για να καταλάβει το υπονοούμενο… Ο απογευματινός καφές ήταν ένα ακόμη φιάσκο!

 

Προσπάθεια 4η:

 

“Λοιπόν δεν πάει άλλο, ένα πρωί θα τα αφήσουμε στις μαμάδες μας (το concept “άντρες” δεν έπιασε, πάμε στις γιαγιάδες τώρα) και θα πάμε για καφέ. Θέλω να σε δω”, είπε η μία πιο επιτακτικά και οι ελπίδες για συνάντηση, ήταν τώρα πιο υπαρκτές από ποτέ! “‘Ετσι θα γίνει” είπε η άλλη αποφασιστικά και ένα αόριστο ραντεβού κλείστηκε για το άμεσο μέλλον….

 

Προσπάθεια 5η:

 

Η συζήτηση περί γιαγιάδων που θα κρατούσαν τα μωρά, δεν ξανα ήρθε στο προσκήνιο σε καμία από τις πολλές τηλεφωνικές μας συνομιλίες, γιατί ήταν δύσκολο να παραδεχτούμε πως ήμασταν μπροστά από ένα ακόμη φιάσκο, όταν ξαφνικά…… έστειλα ένα μήνυμα! 

 

“Την Παρασκευή ο Τάσος, θα βγει με τη δουλειά, κανονίζουμε να πάμε για ποτό κατά τις 9.00 ;”. 

 

Είχα πει ΜΕΡΑ, ΩΡΑ και μαζί τους τη λέξη “ΠΟΤΟ”. Η απάντηση της Μαριάνθης ήρθε στα 15 δευτερόλεπτα “το κανονίζω τώρα”! “Να ουρλιάξω;” τη ρώτησα, “ναιιιιιι θα το κάνουμε” απάντησε και το ραντεβού κλείστηκε. Εγώ και εκείνη, δυο κολλητές φίλες, χωρίς τα μωρά μας, έξω για ποτό.

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΒΡΑΔΥ

 

    Όλη μέρα δεν μιλήσαμε, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο, αλλά ίσως φοβόμασταν να πάρει η μία την άλλη μην το ακυρώσει… Όταν έφτασε το απόγευμα και ενώ είχα έναν αδιανόητο ενθουσιασμό, ένιωσα την κούραση να με κυριεύει. “Έλα, να το κάνουμε λίγο αργότερα για να κοιμίσω εγώ την μπέμπα;” τη ρώτησα. Τύψεις. “Ναι κι εγώ θα την κοιμίσω, καλύτερα αργότερα”. Κι άλλες τύψεις. 

 

    Βάζω την μπέμπα για μπάνιο. Φυσικά όλα ξεκινάνε να πηγαίνουν στραβά. Ξαφνικά και από το πουθενά δείχνει να απολαμβάνει το μπάνιο της όσο ποτέ. Κοιτάω το ρολόι, 8.30. Της κάνω ναζάκια, χαδάκια για να βγει, εκείνη τίποτα. Μουτρώνει και θέλει να παίξει με τα παπάκια. Της δίνω άλλα 5 λεπτά. Με τα πολλά την καταφέρνω να βγει από το μπάνιο και πάμε στην αλλαξιέρα. Αρχίζει να κλαίει γοερά. Της κάνω αγκαλίτσες. Ξεκάθαρα έχει αντιληφθεί την ανησυχία μου που θα την αφήσω μόνη της. Σίγουρα έχει αντιληφθεί και τις τύψεις μου. Την ντύνω προσπαθώντας να μην παρεκκλίνω ούτε χιλιοστό από τη ρουτίνα μας και ξεκινάμε το γάλα και το νανούρισμα. Εκείνο το βράδυ, το παιδί μου αποφασίζει, να μην κοιμηθεί. Την κουνάω, της τραγουδάω, τη φιλάω, τίποτα. Κάθομαι εξαντλημένη στην καρέκλα και προσπαθώ να τη νανουρίσω. Τύψεις. Με τα πολλά και αφού πλέον έχω σταματήσει να κοιτάω το ρολόι μου, κλείνω τα μάτια μου. ΜΕ ΠΑΙΡΝΕΙ Ο ΥΠΝΟΣ! Δέκα λεπτά αργότερα ξυπνάω έντρομη, λέω είναι 12 το βράδυ. Ευτυχώς όχι, βάζω το μωρό στην κούνια του, τη φιλάω τρυφερά και πάω να ετοιμαστώ. Νιώθω κούραση. Μεγάλη. Μωρέ λες να το ακυρώσω; Σκέφτομαι. Όχι θα πας, απαντάει η φωνή της Μυρτώς πριν γίνει μαμά. Κάνω ντους, ντύνομαι και βάφομαι. Τη στιγμή που βάζω το κραγιόν, αλλάζει όλη η ψυχολογία μου! Ναι, είμαι και γυναίκα και ναι έχω και ζωή. Θα βγω! Χαμογελάω και νιώθω ευτυχία! Βγαίνω από το σπίτι σαν τη γάτα, μου πέφτουν κάτω 3 φορές τα κλειδιά και άλλη μία το κινητό, κάνω κινήσεις που προδίδουν ξεκάθαρα το άγχος μου, μπαίνω στο αυτοκίνητο και φυσικά, δεν έχω βενζίνη. Οκ θα αργήσω κι άλλο. Βάζω βενζίνη και … πέφτω σε κίνηση. Ω ναι, τις Παρασκευές το βράδυ ο κόσμος βγαίνει. Απίστευτο…

 

Με τα πολλά φτάνω στη Μαριάνθη. “Ελα κατέβα, είμαι από κάτω!!!”, της γράφω και βάζω καμιά δεκαριά θαυμαστικά! Την περιμένω και συνειδητοποιώ πως έχω πάει να την πάρω από το παλιό της σπίτι… Χάος στο μυαλό μου. Ευτυχώς το καινούργιο σπίτι είναι δύο στενά πιο πέρα από το παλιό και το θέμα λύνεται σχετικά ανώδυνα! Μπαίνει στο αυτοκίνητο και πριν αγκαλιαστούμε ουρλιάζουμε από χαρά! Θα βγούμε!

 

“Ρεεεε τι τέλειο που θα βγούμε”, λέω. “Είμαι βέβαια λίγο κουρασμένη”, λέει. “Εγώ κοιμήθηκα λίγο πριν έρθω” λέω. “Σκάσε” μου λέει “τώρα θα βγούμε”! Βάζω μπροστά και πάμε στο Κολωνάκι. Στο πρώτο μπαρ που μπαίνουμε… δεν έχει χώρο να κάτσουμε… Ω ναι, τις Παρασκευές το βράδυ ο κόσμος βγαίνει. Απίστευτο…

Πάμε σε ένα μπαρ πιο δίπλα και καθόμαστε στα πρώτα σκαμπώ που βρίσκουμε. “Δύο ποτήρια κρασί” λέει η  Μαριάνθη και η βραδιά μας έχει μόλις ξεκινήσει. 

 

Και ενώ έχουμε να πούμε χιλιάδες πράγματα και κυρίως θέλω να τη δω, να δω πώς είναι, αν είναι καλά, αν είναι ευτυχισμένη, να δω το πρόσωπό της και να καταλάβω, αρχίζουμε να μιλάμε για τα μωρά μας… Δείχνουμε φωτογραφίες (από εκείνες που είναι λίγο κουνημένες και πρακτικά δεν βλέπεις κάτι, αλλά η φίλη σου πάντα θα σου πει “τι όμορφο μωρό”), δείχνουμε βίντεο (τραγικές λήψεις με ένα μωρό να προσπαθεί να περπατήσει - κανένα ενδιαφέρον αλλά ταυτόχρονα μεγάλη χαρά), αναλύουμε τις διατροφικές συνήθειες των μωρών μας, τα χούγια τους, τις παραξενιές τους, μοιραζόμαστε τους φόβους μας για όλα τα πιθανά κακά που μπορούν να συμβούν σε ένα μωρό και παίρνουμε δεύτερο ποτήρι κρασί. Συζητάμε λίγο για τον Οδυσσέα, μετά ξανά για τις μπέμπες μας και το πρώτο χασμουρητό όσο κι αν θέλουμε να το καλύψουμε, δεν καλύπτεται. “Να πληρώσουμε παρακαλώ;”. Πληρώνουμε και κουρασμένες όσο ποτέ, φτάνουμε στο αυτοκίνητο. Την αφήνω στο σπίτι της και εκεί από κάτω, με ανοιχτή την πόρτα του αυτοκινήτου, αρχίζουμε να συζητάμε όλα όσα θα θέλαμε να έχουμε πει πριν μονοπωλήσουν την κουβέντα μας η Ιριάνα και η Ελισσαία. 

 

“Δεν πειράζει ρε, πήγαινε να ξεκουραστείς και θα ξαναβγούμε”, λέω, αυτή τη φορά χωρίς να προσδιορίσω μέρα και ώρα. Και οι δύο ξέρουμε πως η επόμενη φορά μπορεί να αργήσει, όμως δεν μας νοιάζει. Αυτές οι λίγες ώρες ήταν αρκετές για να νιώσουμε η μία την άλλη “όπως παλιά”.  Και ξέρετε τι σκέφτομαι, με την κολλητή σου μπορεί να μην βρίσκεσαι συχνά, μπορεί οι αλλαγές στις ζωές σας να είναι τόσο ραγδαίες που ακόμα και ένας καφές να φαντάζει μακρινό όνειρο, όμως και μόνο που ξέρεις ότι είναι “εκεί” και πως ένα βράδυ, κάποια στιγμή μέσα στο χρόνο, θα καταφέρετε να πιείτε ένα ποτήρι κρασί, είναι ένα συναίθημα ανεκτίμητης αξίας, που μόνο δυο φίλες ξέρουν να εκτιμήσουν…

 

Σκιουρίνα μου σε αγαπώ, σε λίγα χρόνια, θα καταφέρουμε να ξαναβγούμε όπως παλιά;) Έχε πίστη!

 

Με όλη μου την αγάπη,

Μυρτώ

 

 

* Οι φωτογραφίες είναι τιμής ένεκεν.  Έτσι για τα ωραία που έχουμε περάσει στο παρελθόν και τα ακόμα ωραιότερα που έρχονται! 

Κλαίω από τα γέλια! Τα ίδια ακριβώς!

Leave a Reply

go to top